Οι τιμές που έχει για τα προϊόντα της η Apple, είναι ψιλά-χοντρά οι ίδιες σε όλο τον κόσμο. Ενώ κοινό χαρακτηριστικό είναι πως δεν θα δείτε πουθενά «εκπτώσεις» σε προϊόντα της εταιρείας. Πώς το κατορθώνει αυτό; Το MacWorld δημοσιεύει πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον τρόπο που η Apple καθορίζει τις τιμές των προϊόντων της σε όλο τον κόσμο.
Τα περισσότερα προϊόντα μετακινούνται από τους κατασκευαστές προς τα καταστήματα λιανικής, μέσω ενός δικτύου διανομέων. Αν και κάθε προϊόν έχει μία «προτεινόμενη τιμή από τον κατασκευαστή», κάθε κατάστημα λιανικής έχει το δικαίωμα να θέσει την δική του τιμή προς τους αγοραστές…Η διαφοροποίηση στις τιμές είναι εφικτή εξαιτίας της μεγάλης διαφοράς (συνήθως 30 έως 55 τα εκατό) ανάμεσα στην χονδρική τιμή που πληρώνει το κατάστημα λιανικής στον διανομέα και της προτεινόμενης λιανικής. Η διαφορά αυτή επιτρέπει στον κάθε λιανέμπορα να διαμορφώσει την δική του πολιτική και να διαθέτει μία ευρεία γκάμα τιμών για ένα προϊόν.
Η Apple όμως, δίνει μόνο ένα μικρό ποσοστό έκπτωσης στην τιμή χονδρικής για τα Mac και τα iPad σε καταστήματα λιανικής. Τα ακριβή ποσοστά της έκπτωσης αυτής παραμένουν επτασφράγιστο μυστικό που προστατεύεται από συμφωνητικά εμπιστευτικότητας, αλλά η διαφορά είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό κάτω από την τιμή λιανικής που θα βρίσκατε τα προϊόντα στα καταστήματα Apple. Έτσι, οι λιανοπωλητές, μην έχοντας κάποιο μεγάλο ποσοστό κέρδους για να παίξουν μαζί του, σπάνια διαφοροποιούνται από τις τιμές που ανακοινώνει η εταιρεία κι έτσι, δεν προσφέρουν κάποια ιδιαίτερη έκπτωση ενώ ελπίζουν πως θα κερδίσουν κάτι από την υψηλή κατανάλωση.
Σε κάποιες περιπτώσεις, η Apple θα συμπληρώσει έξτρα ποσοστό έκπτωσης στην τιμή που θα πουλήσει σε ένα καταστηματάρχη, αλλά μόνο αν ένα κατάστημα λιανικής προτίθεται να διαφημίσει τα προϊόντα της εταιρείας που πουλάει στο κατάστημά του, σε τιμή που είναι ίση ή μεγαλύτερη από την ελάχιστη τιμή που έχει ανακοινώσει η εταιρεία. Σε αντάλλαγμα, το κατάστημα λιανικής έχει ένα λίγο μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους, με το δεδομένο ότι θα κάνει αυτό που του λέει η Apple. Αν και αυτό ακούγεται ανασταλτικό για ένα κατάστημα λιανικής να διαθέτει τα προϊόντα της Apple, δεν είναι. Με αυτό τον τρόπο η εταιρεία προστατεύει τις υψηλές τιμές της και παράλληλα τα καταστήματα έχουν την δυνατότητα να διαθέτουν τα προϊόντα της. Με λίγα λόγια: δεν την νοιάζει αν δεν διαθέτουν όλα τα καταστήματα λιανικής τα προϊόντα Apple.
Φυσικά και όλη αυτή η διαδικασία ωφελεί την εταιρεία του Cupertino: διατηρεί τις τιμές υψηλές για όλους ώστε ποτέ να μην αναγκαστούν τα καταστήματα της εταιρείας να ανταγωνιστούν άλλους λιανοπωλητές και εμποδίζει αλυσίδες καταστημάτων και μεγάλους εμπόρους ηλεκτρονικών να αποκτήσουν μία τέτοια θέση στην αγορά που θα μπορούσε να ασκήσει μία μορφή πίεσης στην Apple. Όλα τα παραπάνω, έχουν δώσει ένα νομιμότατο και πολύ αποτελεσματικό μοντέλο πώλησης και διακίνησης στην Apple που της εξασφαλίζουν την υψηλή κερδοφορία, αλλά και τον απόλυτο έλεγχο στο παιχνίδι.
Και το iPhone; Πώς τιμολογείται το iPhone;
H περίπτωση του iPhone είναι ελάχιστα διαφορετική. Εκεί παίζουν ρόλο τα δίκτυα κινητής που, προκειμένου να «πάρουν» από τους πελάτες τους ένα σεβαστό ποσό κάθε μήνα από την χρήση του κινητού τους στους λογαριασμούς, επιδοτούν την τιμή της συσκευής, με την αγορά και κάποιου συμβολαίου. Έτσι, για κάποιον που θα επιλέξει 2 ετές συμβόλαιο με την εταιρεία κινητής, η τιμή της συσκευής είναι πολύ πολύ χαμηλότερη από εκείνη που θα πλήρωνε αν το αγόραζε… σκέτο.
Για τα καταστήματα λιανικής, η διαδικασία πώλησης του iPhone με συμβόλαιο δεν είναι κερδοφόρα εξαιτίας της τιμής της συσκευής, αλλά εξαιτίας της προμήθειας που λαμβάνουν από τα δίκτυα κινητής για να πουλήσουν τις συσκευές με το απαραίτητο συμβόλαιο, προμήθεια που εξαρτάται από το ύψος και την διάρκεια του συμβολαίου. Στην περίπτωση που το iPhone πωλείται μόνο ως συσκευή, χωρίς συμβόλαιο, η πρακτική είναι σχεδόν ίδια με όσα αναφέραμε παραπάνω για τα υπόλοιπα προϊόντα Apple.
Δείτε εδώ το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του MacWorld που έχει ήδη δημιουργήσει αρκετές συζητήσεις. Φυσικά, ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον θα είχε να μαθαίναμε το σκεπτικό με το οποίο καθορίζει η Apple τιςπροτεινόμενες τιμές λιανικής, δηλαδή μία ανάλυση κόστους και ποσοστών κέρδους που υπολογίζει η εταιρεία πριν διαθέσει κάποιο προϊόν στην αγορά.